ελλιπής

ελλιπής
-ές (AM ἐλλιπής, -ές)
1. αυτός που παρουσιάζει ελλείψεις («ελλιπής μερίδα», «ελλιπής φοίτηση»)
2. φρ. «ελλιπή ρήματα» — τα ελλειπτικά
νεοελλ.
φρ.
1. «ελλιπής αριθμός» — ο αριθμός τού οποίου το άθροισμα τών διαιρετών είναι μικρότερο από τον αριθμό
2. «ελλιπές μέτρο» — το πρώτο μέτρο μουσικού κομματιού από το οποίο λείπουν ένα ή περισσότερα μέρη
αρχ.-μσν.
το ουδ. ως ουσ. τὸ ἐλλιπές
η έλλειψη, η ατέλεια
αρχ.
1. αυτός που παραλείπει ή αφήνει κάτι
2. εκείνος που παρουσιάζει έλλειψη ή ανεπάρκεια σε κάτι («ἐλλιπής προθυμίας», «ἐλλιπὴς ἔν τινι»)
3. αμελής, αδιάφορος για κάτι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἐλλιπής — leaving out masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ελλιπής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή, που έχει ελλείψεις, ατελής, λειψός, ελαττωματικός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐλλίπῃς — ἐλλείπω leave in aor subj act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλλιπῆ — ἐλλιπής leaving out neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἐλλιπής leaving out masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἐλλιπής leaving out masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλλιπέστερον — ἐλλιπής leaving out adverbial comp ἐλλιπής leaving out masc acc comp sg ἐλλιπής leaving out neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλλιπεστέραις — ἐλλιπής leaving out fem dat comp pl ἐλλιπεστέρᾱͅς , ἐλλιπής leaving out fem dat comp pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλλιπεστέρως — ἐλλιπής leaving out masc acc comp pl (doric) ἐλλιπής leaving out comp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλλιπεῖ — ἐλλιπής leaving out masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἐλλιπής leaving out masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλλιπεῖς — ἐλλιπής leaving out masc/fem acc pl ἐλλιπής leaving out masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλλιπέα — ἐλλιπής leaving out neut nom/voc/acc pl (epic ionic) ἐλλιπής leaving out masc/fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”